Προ διετίας, μιλούσαμε για την επιστροφή των Charlotte Hornets. Το 2016, είχαν κάνει 15 νίκες παραπάνω σε σχέση με την περασμένη χρονιά, ενώ το 48-34, ήταν το καλύτερο ρεκόρ τους μετά το 49-33 του 2000. Μάλιστα, διεκδίκησαν με αξιώσεις την πρόκριση τους στον δεύτερο γύρο των playoffs, αφού αποκλείστηκαν 4-3 από τους Miami Heat. Πέρυσι πάλι, αποτέλεσαν μία από τις απογοητεύσεις της σεζόν. Οι 36 νίκες που σημείωσαν, δεν ήταν αρκετές για να μπουν στα playoffs και ήταν φανερό, πως έπρεπε να κάνουν ορισμένες κινήσεις για να σταθεροποιηθούν ανάμεσα στις καλύτερες ομάδες της Ανατολής.

Ο Kemba Walker, έκανε την καλύτερη σεζόν της καριέρας του έως τώρα και έγινε για πρώτη φορά All Star, όμως οι δικές του εμφανίσεις δεν έφταναν. Περιφερειακά, αποτέλεσε ένα καλό δίδυμο με τον Nicolas Batum, αλλά με εξαίρεση τον Γάλλο forward δεν είχε άλλη αξιόλογη βοήθεια επιθετικά. Από την άλλη, ο Cody Zeller, ο Frank Kaminsky και ο Marvin Williams, που κάλυπταν τις θέσεις των ψηλών, δεν μπόρεσαν να οχυρώσουν αμυντικά το καλάθι της ομάδας τους, ούτε να απειλήσουν στην επίθεση μέσα από το ζωγραφιστό.

Έτσι λοιπόν, οι Hornets ήξεραν πως αυτό το καλοκαίρι, θα έπρεπε οπωσδήποτε να αποκτήσουν έναν center, που να μπορεί να κάνει τη διαφορά σε αυτούς τους τομείς. Γι’ αυτό, κινήθηκαν αστραπιαία και με συνοπτικές διαδικασίες, πήραν με ανταλλαγή τον Dwight Howard από τους Atlanta Hawks. Σίγουρα δεν είναι ο ίδιος παίκτης που ήταν παλιά, αλλά οι 13.5 πόντοι και κυρίως τα 12.7 ριμπάουντ που είχε πέρυσι ανά αγώνα με τα “γεράκια”, τους αρκούν και με το παραπάνω.

Την περασμένη σεζόν, ο πρώτος ριμπάουντερ της Charlotte ήταν ο Michael Kidd-Gilchrist, που παίζει στη θέση “3” και έχει ύψος μόλις 2.01 μέτρα, με μέσο όρο 7.0. Ακολούθησε ο Williams με 6.6, ο Zeller με 6.5, ενώ ο Kaminsky ήταν 5ος πίσω από τον Batum με 4.5. Εκτός αυτού, από τη στιγμή που ο Williams και ο Kaminsky σκόραραν, αποκλειστικά σχεδόν, από μακρινή απόσταση, οι “σφήκες” πετύχαιναν μόλις 39.8 πόντους ανά αγώνα εντός της αντίπαλης ρακέτας. Συγκομιδή, που ήταν η δεύτερη χειρότερη σε όλο το ΝΒΑ, μετά τους 32.8 των Dallas Mavericks.   

Εφόσον έκλεισαν γρήγορα την βασική εκκρεμότητα τους, στράφηκαν στο draft και στάθηκαν τυχεροί, γιατί στο νούμερο 11 όπου επέλεγαν, ήταν διαθέσιμος ο παίκτης που χρειάζονταν. Ο Malik Monk, αναμενόταν να επιλεγεί μέσα στην πρώτη δεκάδα, καθότι προερχόταν από μία πάρα πολύ καλή χρονιά στο NCAA με το Kentucky, αλλά από τη στιγμή που αυτό δεν συνέβη τους ήρθε κουτί. Οι Hornets απέκτησαν έναν shooting guard με έφεση στο σκοράρισμα (είχε μέσο όρο 19.8 πόντους στο κολέγιο), που είναι επίσης εξαιρετικός σουτέρ τριών πόντων και πληρεί όλες τις προϋποθέσεις για να γίνει το βασικό τους “2άρι”.

https://www.youtube.com/watch?v=zKNRHkqq9Aw

Αυτό σημαίνει, πως είναι πολύ πιθανό να βρεθεί εκτός βασικής πεντάδας ο Kidd-Gilchrist, ώστε ο Batum να μετακινηθεί στην φυσική του θέση, που είναι το “3” (στα δυο χρόνια που βρίσκεται στη Charlotte έπαιζε αναγκαστικά στο “2”). Άλλωστε, ο 24χρονος forward φαίνεται πως δεν κολλάει με τους υπόλοιπους βασικούς των Hornets, καθώς δεν έχει εξελιχτεί σε αυτό που περίμεναν, όταν τον επέλεξαν στο νούμερο δύο του draft το 2012. Είναι καλός αμυντικός, όμως είναι ακίνδυνος επιθετικά, καθώς σουτάρει μόλις με 11.1% στα τρίποντα (πέρυσι επιχείρησε εννιά τρίποντα σε 81 παιχνίδια και ευστόχησε στο ένα).

Η άλλη απόφαση, που θα κληθεί να πάρει για το αρχικό σχήμα, ο Clifford θα είναι το ποιος θα πλαισιώσει τον Howard ως power forward. Έχει να διαλέξει ανάμεσα στον Williams και τον Kaminsky, για το ποιος ταιριάζει περισσότερο με το νέο center της ομάδας του. Με λίγα λόγια, εάν οι Hornets βρουν τη σωστή χημεία των υπολοίπων παικτών τους, με την τριάδα των Walker-Batum-Howard, θα είναι έτοιμοι να… τσιμπήσουν ξανά και να πρωταγωνιστήσουν στην Ανατολή.