Την Κυριακή, η ΑΕΚ κέρδισε τον Παναθηναϊκό με 73-69 και πέρασε, για πρώτη φορά μετά το 2001, σε τελικό Κυπέλλου Ελλάδος. Το πόσο σημαντικό είναι το Κύπελλο για όλους τους «μονομάχους» το είχα αναφέρει σε παλιότερο άρθρο μου, όμως τώρα φαίνεται ακόμα πιο καθαρά. Τουλάχιστον, στην πλευρά του ηττημένου Παναθηναϊκού, έβγαλε προς τα έξω γκρίνιες προς το πρόσωπο του προπονητή και γκρίνιες ως προς τον καλοκαιρινό καταρτισμό του ρόστερ. Βλέπετε, μία ήττα στο τέλος από τη Μπασκόνια τη διαχειρίζεται διαφορετικά ο Έλληνας συγκριτικά με μία ήττα-αποκλεισμό από έναν βασικό σου στόχο.

Όμως, η Κυριακή αυτή ανήκε στην ΑΕΚ. Ο «δικέφαλος» πέτυχε τη μεγαλύτερη νίκη του επί ιδιοκτησίας Μάκη Αγγελόπουλου και σίγουρα ήταν γι’ αυτόν μία μεγάλη δικαίωση. Πιο σημαντική επιτυχία κιόλας από το να είχε αποκλείσει πέρσυ ή πρόπερσυ τον Άρη σε ημιτελικό. Γιατί φέτος, κέρδισε μία ομάδα με πολύ μεγαλύτερο μπάτζετ και μία από τις καλύτερες της Ευρώπης σταθερά τα τελευταία 20 χρόνια. Η ΑΕΚ προσπαθεί να κλείσει τη λεγόμενη «ψαλίδα» από τους άλλους δύο και αυτό είναι πολύ δύσκολο ακόμα. Ναι, μπορεί αυτή η νίκη να δείχνει, πως αν οι «αιώνιοι» είναι σε κακό βράδυ, υπάρχει κάποιος που μπορεί να τους κερδίσει και να τους αφήσει έξω. Τα προηγούμενα χρόνια αυτό δεν υπήρχε. Η ΑΕΚ λοιπόν, ούσα σε κακή αγωνιστική κατάσταση, κατάφερε να περάσει στον τελικό και να δώσει ένα άλλο χρώμα στο ελληνικό μπάσκετ ξανά. Δε θα αναλύσουμε το πώς έγινε αυτό. Στο κάτω κάτω, όταν μιλάμε για μονό ματς, πάνε περίπατο οι φόρμες και οι αξίες των ομάδων. Σε ένα παιχνίδι μπορεί να γίνει το οτιδήποτε, ειδικά σε αυτές τις ομάδες που διαθέτουν παίκτες υψηλής ποιότητας. Προσωπικά, δεν περίμενα αυτήν την εξέλιξη, διότι δε με έπειθαν οι εμφανίσεις της «Ένωσης», όμως έβγαλε μεγαλύτερο κίνητρο, πάθος και όρεξη στην άμυνα και γι’ αυτό κέρδισε. Λόγω πείνας και δίψας. Όλοι γύρω από την ομάδα πεινούσαν και διψούσαν για τη νίκη (το ίδιο και ο εκπληκτικός κόσμος) περισσότερο από τους ανθρώπους του «τριφυλλιού» και αυτό μέτρησε στο τέλος.

Η επιτυχία είναι αδιαπραγμάτευτη. Από δω και πέρα όμως γεννιέται ένα μεγάλο στοίχημα. Το πώς θα διαχειριστεί η ΑΕΚ αυτήν την επιτυχία. Θα πετάξει στα ουράνια και θα νομίσει, ότι ως δια μαγείας έγινε καλύτερη ομάδα από τον Παναθηναϊκό ή θα χρησιμοποιήσει αυτήν την επιτυχία ως «μπετόν» για να χτίσει δυνατότερες βάσεις για το μέλλον; Και εξηγούμαι. Έχουμε Νοέμβριο και ο τελικός θα γίνει το Φεβρουάριο. 3 μήνες μετά δηλαδή. Μέσα σε αυτό το διάστημα, η ΑΕΚ καλείται να βελτιώσει την εικόνα της σε Ελλάδα και Ευρώπη, να συνεχίσει με νίκες στην κανονική περίοδο της Basket League και φυσικά να περάσει στην επόμενη φάση του BCL. Ο στόχος της «Ένωσης» από το καλοκαίρι ήταν να κάνει ένα βήμα παραπάνω γενικά στη σεζόν και όχι μόνο στο Κύπελλο. Επίσης, να θυμίσω, πως οι άνθρωποι της ομάδας έχουν θέσει ως κύριο στόχο το final 4 του BCL. Πράγμα που για να γίνει, θα πρέπει να ανεβάσει την απόδοσή της (ειδικά μετά και από τη χθεσινή ήττα στο φινάλε στο Στρασβούργο). Η ομάδα, λοιπόν, χρειάζεται μεγαλύτερο δέσιμο, καλύτερη αμυντική λειτουργία και πιο διακριτούς ρόλους στο παιχνίδι της απ’ όλους τους παίκτες. Αυτή τη στιγμή Μπάρλοου, Σι και Ελόνου (πλην του ματς με ΠΑΟ) κυμαίνονται σε πολύ ρηχά νερά. Μωραΐτης, Τσαλμπούρης και Άτιτς δεν αξιοποιούνται όσο θα έπρεπε και αυτό είναι σίγουρα μείον.

Το θέμα είναι, κλείνοντας, να πατήσουν πάνω στις «δάφνες», ούτως ώστε να «κουρδίσουν» καλά τη μηχανή για τη συνέχεια, η οποία θα είναι μακρά και δύσβατη. Και όχι να φορούν τις «δάφνες» ως παρωπίδες. Γιατί, μπορεί πραγματικά αυτή η ομάδα να πετύχει κι άλλα βήματα φέτος.

ΥΓ : Το μεγαλύτερο κακό για τον Παναθηναϊκό δεν ήταν η ήττα-αποκλεισμός. Ήταν, ότι πια (έχει ξανασυμβεί και στον δεύτερο ημιτελικό της Basket League πέρσυ) βρίσκει η ΑΕΚ τον τρόπο να κερδίζει τα ματς, που πάνε στον πόντο στα τελευταία δύο λεπτά. Αν όχι όλα, εννοείται, σίγουρα κάποια απ’ αυτά. Κι αυτό είναι κάτι, που ούτε η ΑΕΚ το είχε μέχρι πρότινος, αλλά ούτε κι ο Παναθηναϊκός αντιμετώπιζε με τον ίδιο τρόπο.